Thursday, March 17, 2016

Tommy Gun Angel



 Πριν μια βδομάδα πέρασα μια ολόκληρη μέρα να βάζω τα ίδια ρούχα ξανά και ξανά για πλύσιμο. Τέλειωνε η μεγάλη πλύση στους 60 βαθμούς, άνοιγα το καπάκι του πλυντηρίου, πήγαινα να τ' απλώσω αλλά με το που τ' άγγιζα, ήμουν σίγουρος πως ήταν ακόμα βρώμικα. Οπότε πάλι Skip απορρυπαντικό στον δοσομετρητή, πάλι απολυμαντικό Dettol για τα ρούχα και τσουπ, φύγαμε γι' ακόμα έναν γύρο. Έπρεπε να πάει 12 το βράδυ για να ζητήσω την βοήθεια ενός φίλου, ο οποίος ήρθε σπίτι και με βοήθησε με την μικρή αυτή κρίση. Ουσιαστικά ήρθε, βάλαμε μια τελευταία φορά το πλυντήριο, στο τέλος τον ρώτησα 32 φορές αν είναι σίγουρος πως είναι καθαρά τα ρούχα κι έπειτα με βοήθησε να τ' απλώσουμε. Σ' ευχαριστώ Γάκη, αλήθεια.

 Είναι πολύ εύκολο να χαθεί κανείς στους ατέρμονους κύκλους του ψυχαναγκασμού (600rpm, όπως το πλυντήριο στο στάδιο του στεγνώματος ένα πράγμα). Ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, που πίστευα πως μπορώ σε κάποιο βαθμό να ελέγξω τις ιδεοληψίες μου περί καθαριότητας, πιάνω τον εαυτό μου να χάνει μέρες ολόκληρες με ασταμάτητες επαναλήψεις. Σκούπισε, σφουγγάρισε, πλύνε, ξανά και ξανά, μέχρι ν' ανοίξει το δέρμα, μέχρι να μην υπάρχει καν δέρμα. Χλωρίνες, ντετόλ απολυμαντικό για το πάτωμα, υγρά πανάκια Κλινεξ σε πόμολα, τηλεχειριστήρια, πληκτρολόγια, διακόπτες, ακόμα και αναπτήρες.

 Θυμάμαι σε μια φάση στην Πάτρα, ως φοιτητής, που είχα ανακαλύψει ένα μικρό τρικ για να μπορώ κάπως να ξεκολλάω από τη μανία της επανάληψης. Μιλούσα στον εαυτό μου, επαναλαμβάνοντας ένα συγκεκριμένο απόσπασμα κειμένου (το οποίο είχα διαβάσει σε ένα βιβλίο του Michael Crichton, και το οποίο αναφερόταν στην έννοια του κβαντικού αφρού). Πήγαινα π.χ. να πλύνω τα χέρια μου και άρχιζα να απαγγέλω το απόσπασμα, όντας σίγουρος πως μόλις τελειώσει, τα χέρια μου θα είναι καθαρά και θα μπορούσα να σταματήσω. Το κόλπο αυτό έπιανε, ενίοτε, και βοηθούσε πολύ.

 Τον τελευταίο καιρό πιάνω πάλι τον εαυτό μου, σε τέτοιες φάσεις πίεσης, να απευθύνεται σε μένα. Ή τουλάχιστον στο κομμάτι αυτό του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για τους ιδεοψυχαναγκασμούς. 'Όχι Θέμη, το κοίταξες ήδη πέντε φορές, δεν χρειάζεται να το ξανακοιτάξεις.' 'Θέμη ξεκόλλα, τα ρούχα έχουν ήδη πλυθεί 3 φορές, είναι πεντακάθαρα'. Και ούτω καθ'εξής. 

 Η καθημερινότητα σ' αυτό το πλαίσιο σκέψης μπορεί να γίνει πραγματικά αφόρητη. Το πιο απλό πράγμα, π.χ. το να ντυθείς και να κλειδώσεις την εξώπορτα και να περπατήσεις μέχρι το περίπτερο, σε τέτοιες φάσεις έξαρσης της ΙΔΨ, μπορεί να φαντάζει αδύνατο. Σχεδόν τα πάντα χρειάζονται προετοιμασία και ατέλειωτη υπομονή. Αλλά ακόμα κι αυτό, με τα χρόνια, συνηθίζεται. Έτσι κι αλλιώς η θεραπεία της ΙΔΨ πολύ σπάνια σε απαλάσσει από τα συμπτώματα. Αυτό που μαθαίνεις είναι να διαχειρίζεσαι το όλο θέμα, πλησιάζοντας σε κάποιες φάσεις αυτό που θα ονομάζαμε 'κανονικότητα'.

 Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα, ένα πράγμα το οποίο συνειδητοποίησα σχετικά πρόσφατα και το οποίο κάνει το ζήτημα της ΙΔΨ ακόμα πιο ζόρικο. Ο ιδεοψυχαναγκαστικός τρόπος σκέψης είναι σαν την μελάσσα. Διαχέεται παντού, αργά αλλά σταθερά, και προσπαθείς να την συμμαζέψεις κάπως αλλά αυτή κολλάει στα πάντα και γεμίζει τον τόπο (στην προκειμένη, το μυαλό). Και κάποια στιγμή συνειδητοποιείς πως αυτή η ασθένεια, η οποία σε κάνει να αμφισβητείς τα πιο ηλίθια πράγματα - και συνήθως εκφράζεται σ' αυτά -, έχει επεκταθεί σε όλο σου τον τρόπο σκέψης.

 Πιάνεις τον εαυτό σου να αμφισβητεί το παραμικρό: την κάθε σκέψη, κίνηση, έκφραση. Τα πάντα μπαίνουν κάτω από ένα μικροσκόπιο, εξετάζονται διεξοδικά, εναλλακτικές υπολογίζονται (συνήθως after the fact), η κριτική προς το ίδιο το μυαλό σου είναι αδυσώπητη και γενικά η φάση είναι σκατά. Ο ελεύθερος (;) χρόνος σου, όταν υπάρχει, είναι πάντα μια καλή ευκαιρία για να χαθείς σε μια απ' αυτές τις σκουληκότρυπες.

 Από μικρός καθόμουν και αναρωτιόμουν, 'είναι καλύτερο να πορεύεται κανείς στην βάση της σκέψης ή στην βάση του συναισθήματος;'. Το συναίσθημα πάντα μου φαινόταν πιο γοητευτικό, πιο αληθινό. Μερικές φορές, όταν νιώθω είτε πολύ καλά είτε πολύ απαίσια, πιάνω τον εαυτό μου να φέρομαι παρορμητικά, συναισθηματικά ας πούμε. Και κάποιες απ' αυτές τις φορές, το αποτέλεσμα είναι τέλειο. Είναι διπλά τέλειο, γιατί εκείνες τις στιγμές, έστω και στιγμιαία, νιώθω ότι δεν φοβάμαι. Άλλες πάλι φορές, η έκβαση δεν είναι καλή (το συνηθέστερο εκ των δύο). Σ' εκείνες τις φάσεις, υπάρχει σε σταντ μπαη ο ψυχαναγκασμός, ακλόνητο στρατιωτάκι, πάντα έτοιμος να ασκήσει την αρμόζουσα τιμωρία για την οποιαδήποτε παρόρμηση, για το ότι τόλμησα και τον παρέκαμψα, δεν τον συμβουλεύτηκα, τον έγραψα στ' αρχίδια μου κι εκφράστηκα όπως ένιωθα.

Έχω περάσει όλη μου την ζωή να φοβάμαι και ν' αγχώνομαι για το κάθε τι: για την εντύπωση που δίνω, για το τι σκέφτονται οι άλλοι για μένα, για το πως υπάρχω στον χώρο, για τον αέρα και την τροφή και το νερό που καταναλώνω, γι' αυτά που νιώθω, γι' αυτά που θέλω να πω και να κάνω. Άχθος αρούρης ένα πράγμα, το βάρος της γης, σχεδόν κυριολεκτικά. Οι ιδεοψυχαναγκασμοί είναι πάντα δίπλα μου, έτοιμοι να με τιμωρήσουν για οποιαδήποτε παρέκκλιση. Και φυσικά, αν τα πράγματα είναι ήδη άσχημα, να τα κάνουν χειρότερα.

 Που θέλω να καταλήξω; Δεν έχω ιδέα. Εδώ είναι το σημείο που λέει κάποιος ηρωικά 'ως εδω όμως! δε θα ζούμε άλλο με τον φόβο και το άγχος! μπλα μπλα μπλα'. Αλλά δεν παίζει αυτό, ας μη γελιόμαστε. Κάποια πράγματα τα κουβαλάει κανείς τόσο καιρό, που δεν μπορεί να φανταστεί καν πως θα ήταν η ζωή του χωρίς αυτά. Γίνονται δομικά, που είχε πει κι ένας γιατρός παλιότερα.

 Αυτό που θέλω να πω μάλλον είναι ότι, μια βδομάδα μετά, κάπως αναπολώ λιγάκι την μέρα που έβαλα τα ίδια ρούχα να πλυθούν δώδεκα φορές και έπρεπε να έρθει κάποιος να με σταματήσει απ' το να τα πλένω ξανά και ξανά όλο το βράδυ. Γιατί, όσο σκατά κι αν είναι τα πράγματα, πάντα μπορούν να γίνουν χειρότερα. Και - δυστυχώς - τα περισσότερα πράγματα στην ζωή, ειδικά αυτά που περιλαμβάνουν άλλους ανθρώπους, είναι πιο περίπλοκα ακόμα κι απ' την καρτελα που εξηγεί τα προγράμματα πλύσης.

Υ.Γ. Αυτό είναι το καλύτερο κομμάτι μουσικής που έχει γραφτεί στην ανθρώπινη ιστορία, σήμερα, Πέμπτη, 17/3 του σωτήριου έτους 2016, στις 18:10 μμ.






Friday, February 5, 2016

Organ Eternal



Into the evening rain,
wild horses unmoving / are moving.

 Έχει πλάκα το πως κάποιοι ήχοι, ανάλογα με το εκάστοτε κόντεξτ, μπορούν να είναι είτε πολύ ηρεμιστικοί είτε αφόρητοι. Ο ήχος που κάνει η βροχή που πέφτει στον φοριαμό που έχει αφήσει στο μπαλκόνι του ο δίπλα, για παράδειγμα, ο οποίος έχει εδω και χρόνια μετατραπεί απο αποθήκη καθαριστικών ειδών σε έναν πλήρως λειτουργικό περιστερώνα, με ότι αυτό συνεπάγεται. Μερικές φορές, αυτό το ασταμάτητο τσικι τσικι είναι ακριβώς ο λευκός θόρυβος που χρειάζομαι για να μπορέσω να αποκοιμηθώ. Άλλες πάλι, όπως τώρα, είναι ότι πιο εκνευριστικό υπάρχει στον κόσμο, μετά τους γείτονες οι οποίοι κλειδώνουν την εξώπορτα της πολυκατοικίας απ' τις 8 το απόγευμα.

 Το general consensus λέει πως όταν κάποιος δεν είναι καλά, για τον οποιοδήποτε λόγο, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να προσπαθήσει να κρατήσει το μυαλό του απασχολημένο για να μην σκέφτεται: να βγει, να κοινωνικοποιηθεί, να δει φίλους και να μιλήσει μαζί τους, να πιεί, να αποφεύγει το να περναέι πολύ χρόνο μόνος του κ.ο.κ. Εγώ προτιμώ να κοιμάμαι. Πριν αρχίσετε να κουνάτε τα κεφάλια σας, επιτρέψτε μου να παρουσιάσω την σκέψη μου (sic).

All the things you leave behind,
without end, without beginning.

 Σκέψη! Αντιγράφω απ΄ το wikipedia:

 "Ο όρος σκέψη μπορεί να αναφέρεται στις ιδέες ή τη διάταξη των ιδεών (αλληλουχία) που προκαλείται από τη νόηση, στην τέχνη της παραγωγής σκέψεων, ή στη διαδικασία της παραγωγής σκέψεων. Παρά το γεγονός ότι η σκέψη αποτελεί μία θεμελιώδης δραστηριότητα του ανθρώπου κοινή σε όλους, δεν υπάρχει μία γενικά αποδεκτή συμφωνία για το τι είναι ή το πώς δημιουργείται."

 Δεν υπάρχει μια γενικά αποδεκτή συμφωνία για το τί είναι ή το πως δημιουργείται. Τρομακτικό, έτσι; Ουσιαστικά το μόνο που ξέρουμε σίγουρα για την σκέψη είναι οτι υπάρχει κι οτι ενίοτε κάνει τα πράγματα πιο εύκολα, αλλά συνήθως τα κάνει πιο δύσκολα. Και είναι πάντα εκεί. Συνεχώς. Μπορεί να σκέφτεσαι όμορφα πράγματα, ή άσχημα, ή μελαγχολικά ή ανυπόφορα. Αλλά πάντα θα σκέφτεσαι.


 Οι δραστηριότητες που περιγράφω παραπάνω, δεν μπορούν να σταματήσουν την σκέψη. Μπορούν ίσως να την αποσπάσουν, για λεπτά ή και ώρες, αν είναι κανείς τυχερός. Αλλά δεν γίνεται να την εμποδίσουν. Η σκέψη νικάει πάντα, δυστυχώς. Είναι λες και όλα αυτά που κάνεις για να μην σκέφτεσαι είναι ένα φράγμα που έχεις χτίσει με κόπο και ιδρώτα, και η διαβολεμένη σκέψη είναι ο χείμαρρος που ψάχνει τα ραγίσματα για ν' αρχίσει να κυλάει και πάλι. Είναι η φάση που είσαι με φίλους και λέτε βλακείες και γελάτε και νιώθεις πως όντως περνάς καλά, πως είσαι εκεί 100%, και πιστεύεις πως ίσως να νίκησες με κάποιο τρόπο την σκέψη, αλλά μετά πας για κατούρημα ή κοιτάς το κινητό σου ή παρατηρείς κάτι στον χώρο ή κάποιος λέει κάτι και κρααακ ανοίγει μια τρύπα στο φράγμα και συνειδητοποιείς ότι δεν γίνεται να σταματήσεις την σκέψη, είναι αδύνατο, είναι αξίωμα. Όσο υπάρχεις, θα σκέφτεσαι. Κι όσο σκέφτεσαι, αν δεν είσαι καλά, θα κάνεις σκατένιες σκέψεις, γιατί αυτό έχεις για να σκεφτείς.

Into the evening tide,
passed through followed in.

Ο ύπνος όμως, είναι μια εντελώς διαφορετική υπόθεση. Είναι μια άλλη χώρα, πραγματικά, με τους ολοδικούς της κανόνες. Ο βασικός είναι πως, σε αντίθεση με την υπολοιπη καθημερινότητα, δεν οδηγείς εσύ: είναι αυτή η τέλεια συνειδητοποίηση -και τρομακτική μαζί- πως αφήνεσαι ολοκληρωτικά, πως δεν επιλέγεις τίποτα - συνειδητά τουλάχιστον - του τι θα δεις στην φάση R.E.M. Είναι σα να μπαίνεις τυχαία σε μια αίθουσα σινεμά. Μπορεί να δεις τον εαυτό σου να τρέχει σε μια έρημο γεμάτη πισίνες. Ή το να χορεύεις σε ένα πάρτυ σε ένα χώρο στον οποίο το πάτωμα είναι γεμάτο διακόπτες που παράγουν ήχους. Μπορεί να δεις το πρόβλημα που σε βαραίνει όταν είσαι ξύπνιος να είναι λυμένο - πράγμα που κάνει το ξύπνημα ακόμα χειρότερο. Μερικές φορές, αν σου χαμογελάσει η τύχη, μπορεί και να μη δεις τίποτα απολύτως. Dreamless sleep. Ότι καλύτερο.

 Ίσως γι' αυτό είναι απαραίτητος ο ύπνος. Όχι τόσο για την ξεκούραση, αλλά για το διάλλειμα από την συνεχή σκέψη. Μερικές φορές σκέφτομαι πόσο τέλειο θα ήταν να μπορούσα να κοιμάμαι για εβδομάδες, ίσως και χρόνια. Να βάζω ενα εσωτερικό αλαρμ το οποίο θα με ξυπνήσει το τάδε έτος. Σαν χειμέρια νάρκη ένα πράγμα. Και δεν μου αρέσει καν τόσο πολύ ο ύπνος. Μερικές φορές τον απεχθάνομαι. Αλλά την σκέψη, όσο περνούν τα χρόνια, νομίζω την απεχθάνομαι πάντα.

Three hearts hollowed out
Until you come back again.





Υ.Γ. Το Field of Reeds ήταν ο καλύτερος δίσκος του 2013 (και όχι μόνο). Πάω να προσπαθήσω (ξανά) να κοιμηθώ. Το τσικι τσικι συνεχίζει. Το τσικι τσικι είναι η σκέψη που σε σκουνταει και σου ψιθυριζει, "δεν παω πουθενά, εδω θα είμαι πάλι όταν ξυπνήσεις."

Tuesday, January 12, 2016

All Tomorrow's Parties




 Όταν ήμουν μικρός, φάση δημοτικό, οι γονείς μου αποφάσισαν να με στέλνουν τα καλοκαίρια στην κατασκήνωση. Δούλευαν και οι δύο και δεν υπήρχε κάποιος να με προσέχει σπίτι τους δύσκολους καλοκαιρινούς μήνες. Η κατασκήνωση ήταν μια απ’ αυτές τις κλασσικές που φυτρώνουν κατά δεκάδες στην Περαχώρα, κοντά στο Λουτράκι, που είναι λες και έχουν φτιαχτεί αποκλειστικά για παιδιά με διάσπαση προσοχής και υπερκινητικότητα. Πάντα έχει ένα κάρο μαλακίες να κάνεις, ουδεμία απ' αυτές ενδιαφέρουσα. Νομίζω την έλεγαν Σπορτ Κάμπ, ή κάτι τέτοιο. Οριακά αστείο, αν σκεφτεί κανείς ότι η τελευταία μου επαφή με τον αθλητισμό ήταν κάπου στο δημοτικό, όταν μου πέταξε ένα μαλακισμένο μια μπάλα στο κεφάλι.

 Όπως είναι φυσικό, μισούσα με πάθος την κατασκήνωση. Και αυτή με μισούσε αρκετά, μάλλον. Για να περνάω κάπως τ' Αυγουστιάτικα μεσημέρια εκεί πέρα είχα πάρει μαζί μου διάφορες κασσέτες για το γουόκμαν, περιοδικά τύπου PC Master και μερικά βιβλία. Τότε είχα διαβάσει, σε μια άδεια άιθουσα την οποία κάποιος με γενναίες δόσεις χιούμορ είχε ονομάσει βιβλιοθήκη, τον Κόμη Μοντεχρίστο του Αλέξανδρου Δουμά. Μου άρεσε πολύ αυτό το βιβλίο. Οριακά ταύτιση, στο νεαρό μυαλό μου τότε. Και πραγματικά χαιρόμουν τόσο πολύ όταν τελείωνε ο γαμημένος μήνας της κατασκήνωσης και μπορούσα να γυρίσω στο σπίτι μου. Γιατί δεν θα έκανα πλέον κάτι που δεν ήθελα να κάνω. Γι' αυτό.

 Τότε ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα με απόλυτη σαφήνεια πως είναι να κάνεις κάτι το οποίο δεν θες να κάνεις. Σιγά σιγα, καθώς πέρναγε ο καιρός και μεγάλωνα, τα πράγματα τα οποία δεν ήθελα να κάνω και αναγκαζόμουν να κάνω αυξάνονταν και πλυθήνονταν. Σε μια φάση οι γονείς μου μ’ έστειλαν για ταε κβον ντο. Let that sink in a little. Τους είχε πιάσει φόβος ότι η κύφωση στην πλάτη θα μου μείνει κουσούρι (ο φόβος αυτός τελικά επιβεβαιώθηκε, αλλά αυτό είναι δευτερεύον). Ούτε ταε κβον ντο ήθελα να κάνω. Δεν ήθελα να γυρίζω με το σχολικό απ’ το σχολείο, ούτε να συναναστρέφομαι πολύ με τους συμμαθητές μου. Δεν ήθελα να πέφτω για ύπνο – αυτό το μισούσα με πάθος, την διαδικασία του ύπνου εννοώ – και τελικά καθόμουν να κοιτάζω το ρολόι στον απέναντι τοίχο για ώρες, μέχρι τις 5 ξερω γω, όπου και μ΄έπαιρνε ο ύπνος καθιστός στην κουκέτα που μοιραζόμουν με την αδερφή μου. Δεν ήθελα να πλένω τα χέρια μου ξανα και ξανά, μέχρι ν ανοίξουν, επειδή ένιωθα ότι είναι βρώμικα και κολλούσαν. Γενικά, δεν ήθελα να κάνω σχεδόν τίποτα απ’ ότι έκανα.

 Κάποια στιγμή, στα 17, χωρίς δηλαδή να έχω καν τυπικά το νόμιμο δικαίωμα να κάνω sign up σε τσοντοσάιτ, κλήθηκα να επιλέξω τι θέλω να κάνω με το υπόλοιπο της ζωής μου. Για κάποιο μυστήριο λόγο, δήλωσα Φυσικό ως νο. 1 σχολή, ενώ πραγματικά αυτό δεν ήταν κάτι το οποίο ήθελα σε κανένα πιθανό κόσμο. Ήταν απλά η λιγότερο σκατά επιλογή απ’ όσες είχα μπροστά μου. Τελικά, κουτσά στραβά, σχεδόν 9 χρόνια αργότερα, κατάφερα να πάρω το γαμημένο πτυχίο φυσικού. Ούτε αυτό το ήθελα, ας μη γελιόμαστε, δε μου τα σκασε στην πορεία να γίνω ο σούπερ φυσικός, απλά κάπως έπρεπε να το πάρω, γιατί αυτό κάνουν οι άνθρωποι, ή κάτι τέτοιο.
 Σκεφτόμουν πρόσφατα ότι, όσο μπορώ να θυμηθώ την φάση μου, κάνω πράγματα τα οποία δεν θέλω. Κι όποτε έχω να επιλέξω, επιλέγω ανάμεσα σε κακές επιλογές, την λιγότερο επώδυνη κάθε φορά. Τα ‘θέλω’ περιορίζονται σε πολύ επιφανειακά και αίωλα πράγματα: λ.χ. αυτή τη στιγμή θέλω πολύ να καπνίσω. Θα στρίψω ένα τσιγάρο και θα το καπνίσω. Άύριο μπορεί να ξυπνήσω και να θέλω να φάω KFC, οπότε θα πάρω το αμαξι και θα πάω να διπλοπαρκάρω στο Σύνταγμα με αλαρμ ελπίζοντας να μην πάθει κοκομπλοκο κάποιος ταρίφας που θα έχω σίγουρα κλείσει όση ώρα ετοιμάζεται η παραγγελία μου. Αυτό θα θέλω να το κάνω. Ή να δω το καινούριο επεισόδιο κάποιας scifi σειράς συνοδεία τζανκ φουντ. Κι αυτό θέλω να το κάνω. Προσέξτε: δεν θα το κάνω επειδή δεν έχω κάτι καλύτερο να κάνω (που μπορεί και να ισχύει) αλλά επειδή θέλω πάρα πολύ να φαω KFC βλέποντας το καινούριο επεισόδιο Expanse.

 Θα ρωτήσει τώρα κάποιος, ‘γιατί; αυτά δεν είναι σημαντικά;’. Προφανώς, εντός συγκεκριμένων πλαισίων, είναι. Μερικές φορές δεν υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα απ’ αυτά, τα μικρά. Αλλά τον τελευταίο καιρό κάπως μου φαίνονται κι αυτά πιο ασήμαντα απ’ ότι συνήθως.

 Ας δούμε ένα άλλο παράδειγμα. Πριν μερικές βδομάδες κυκλοφόρησε το νέο Σταρ Γουορς. Κανονικά αυτό το ποπ κάλτσουρ ηβέντ θα έπρεπε να ορίσει σε απόλυτο βαθμό τον τελευταίο, τουλάχιστον, μήνα της ζωής μου. Αλλά δεν. Εννοείται πήγα και το είδα στην πρεμιέρα. Και δεν ήταν κακό, απεναντίας. Αλλά ενώ περίμενα ότι θα θέλω να το ξαναδώ τουλάχιστον 2-3 φορές ακόμη στη μεγάλη οθόνη, μετά το πρώτο 24ωρο σταμάτησα να το σκέφτομαι. Τι στην ευχή. Το ίδιο πράγμα και με το Fallout 4, το παιχνίδι που περίμενα ένα χρόνο και βάλε και το οποίο έκανα preorder την ημέρα που άνοιξαν τα preorders. Είναι ζήτημα αν έχω παίξει κανα τρίωρο.

Είναι αρκετά τρομακτικό όταν μικρές απολαύσεις που μπορούσαν παλιότερα να γεμίσουν τρομακτικά μεγάλο κομμάτι του χρόνου σου πλέον περνάνε στο ντούκου. Και ακούω ήδη την ερώτηση απ’ το φιλοθεάμον κοινό: ‘τότε τι στο δίαολο ΘΕΣ να κάνεις ρε φίλε;’

 Είναι μια αρκετά καλή ερώτηση. Ειλικρινά δεν ξέρω πώς να την απαντήσω. Δεν θέλω καν να γίνω αστροναύτης, όπως ήθελα μικρός. Ούτε ηθοποιός, όπως ήθελα μερικά χρόνια αργότερα. Νομίζω ότι, σε μια πρώτη ανάλυση τουλάχιστον, απλά θέλω - επιθυμώ - να σταματήσω να κάνω πράγματα τα οποία δεν θέλω να κάνω.  Λ.χ. αύριο δεν θέλω να ξυπνήσω και να νιώθω αυτή την πρωινή θλίψη που την νιώθεις ν' αναβλύζει σαν φλέμμα και συνοδεύει το πρώτο τσιγάρο της μέρας. Ας μην ξυπνήσω καλύτερα. Να ξυπνήσω μεθάυριο, ή σ' ένα μήνα - πόσο τέλειο θα ήταν αυτό; Δεν θέλω να σηκώσω το τηλέφωνο για ν απαντήσω ευγενικά στην πιο ηλίθια τεχνική ερώτηση του κόσμου, η απάντηση της οποίας βγαίνει ως πρώτο αποτέλεσμα μ' ένα απλό ψάξιμο στο γκουγκλ. Δεν θέλω να κάνω τρία μισάωρα ντους ούτε να αλλάξω γι' άλλη μια φορά τις πετσέτες στο μπάνιο. Ούτε θέλω να υποκύψω σε συναισθηματικούς εκβιασμούς φίλων και γνωστών και να υποχρεωθώ σε καταναγκαστική κοινωνικοποίηση η οποία θα με κάνει να γυρίσω σπίτι χειρότερα απ' ότι ήμουν πριν φύγω. Και ναι, προφανώς, υπάρχουν μερικά πράγματα, πιο συγκεκριμένα, τα οποία θέλω. Είμαι αρκετά σίγουρος γι' αυτά. Αλλά, κι εδώ μπαίνει το μεγάλο αλλά, μερικές φορές, τις περισσότερες δηλαδή, ας μη γελιόμαστε, αυτά τα οποία θέλουμε να κάνουμε, αυτά που θέλουμε γενικότερα, είναι λίγο ή πολύ εκτός των χεριών μας. Και ενώ υπό κάποιο συγκεκριμένο πρίσμα η σκέψη αυτή θα είχε κάτι σχεδόν ανακουφιστικό, κάτι πραγματικά λυτρωτικό, ε, αυτό το βράδυ Δευτέρας του Γενάρη, ίσως κάθε βράδυ μάλλον, ειλικρινά πιστεύω ότι δεν υπάρχει πιο τρομακτική συνειδητοποίηση από αυτήν.

 Υ.Γ. Σήμερα έμαθα ότι πέθανε ο Bowie περιμένοντας σε ασανσέρ για ραντεβού με γιατρό, είδηση η οποία έκανε μια σκατά μέρα ακόμα πιο σκατένια. Για κάποιο λόγο όμως, ίσως σε πείσμα των 32,000 φεησμπουκ rip posts με όλη την δισκογραφία του, το μόνο που μπορώ ν’ ακούσω σήμερα – και νομίζω ότι θα μπορώ ν’ ακούω πάντα, όπως και να είμαι – είναι οι Velvet Underground.

Υ.Γ. 2 Και δεν τρελαίνομαι καν ιδιαίτερα για τα πάρτυ. Πολύ ταλαιπωρία ρε παιδί μου...